(Halldór Laxness)
του Μιχάλη Στεργίου*
Η εικόνα έχει παίξει πολύ στα μέσα και είμαι βέβαιος πως όλοι τήν έχετε ξαναδεί. Δεν ξέρω αν συμφωνείτε, εγώ πάντως όχι και θα ήθελα να κάνω κάποιες παρατηρήσεις. Υποτίθεται πως η συμπερίληψη τών θετικών επιστημών στο σχολικό syllabus θα αποτρέψει τον άνθρωπο από την μεταγενέστερη προσχώρηση σε παράλογες ιδέες· αυτό είναι το νόημα. Όποιος ξέρει φυσική ή βιολογία δε θα μπορούσε, λέει η εικόνα, να πιστεύει πως η θρησκεία είναι επιστήμη. Δε νομίζω ότι αυτό αμφισβητείται από πολλούς αν και η θεολογία με τους εσωτερικούς νόμους της και την ατελείωτη παραγωγή θρησκευτικών «θεωρημάτων» από το corpus τού δόγματος- τα αξιώματά της- έχει τη δομή πλήρους θεωρίας όπως άλλωστε και η νομική ή τα μαθηματικά. Όλα τούτα δεν είναι επιστήμες αν ως τοιαύτες ορίσουμε μόνο τα πεδία τής ανθρώπινης γνωστικής προσπάθειες όπου υπάρχει αλληλεπίδραση με τη φύση δια τού πειράματος. Αν δε με πιστεύετε, ως προς τη θεολογία, ξεφυλλίστε την Patrologia Graeca τού Migne.
Ωστόσο το ζήτημα με τη θρησκεία δεν είναι αν θα τη θεωρήσουμε επιστήμη ή όχι· η δύναμή της προέρχεται ακριβώς από το ότι δεν είναι επιστήμη αλλά, υποτίθεται, κάτι βαθύτερο, ουσιαστικότερο και πιο αληθινό. Τα ζητήματα τής πίστης είναι άλλης τάξεως από αυτά τής επιστήμης· η δήλωση αυτή έχει γίνει από δεκάδες επιφανείς επιστήμονες και συνιστά ζήτημα πνευματικής (αν)εντιμότητας από μόνη της. Έχει καταντήσει προφανής, κοινοτοπία, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Ενώ κανείς δεν πρέπει να πιστεύει ότι το δίκτυο 5G προκάλεσε την επιδημία (και όχι ο SARS-Cov-2) μπορεί άνετα να πιστεύει, και συχνά επιβραβεύεται για αυτό, ότι κάποιος, κάπου, κάποτε έκανε το νερό κρασί, περπάτησε στη λίμνη και ανέστησε πολλούς και τον εαυτό του επίσης. Προσέξτε, αυτά δεν θεωρούνται συμβολικά αλλά πραγματικά, τουλάχιστον για τούς περισσότερους στους οποίους συμπεριλαμβάνονται πάμπολλοι επιφανείς επιστήμονες. Όταν κάποιος είπε στον Αϊνστάιν «πάτησες στους ώμους τού γίγαντα Νεύτωνα» εκείνος τόν διόρθωσε: «Όχι», τού είπε· «πάτησα στους ώμους τού γίγαντα Μάξγουελ». Σωστά, ωστόσο ο James Clerk Maxwell, ο θεμελιωτής τού ηλεκτρομαγνητισμού, ως πρεσβύτερος (Elder) τής Σκωτικής Εκκλησίας πίστευε (και κήρυττε στην εκκλησία) όλα τα υπερφυσικά φαινόμενα τής Βίβλου και ακόμα περισσότερα.
Επειδή λοιπόν οι κατάφωροι τούτοι ανορθολογισμοί, μπρος τούς οποίους ο φόβος τών 5G μοιάζει με συναχάκι, ανήκουν στην τάξη τής πίστης εξαιρούνται από τον έλεγχο ορθολογικότητας. Δηλαδή κάποιος μπορεί να πιστεύει στην ανάσταση τού Λαζάρου αλλά όχι στον υψιπετή ψεκασμό και το σχολείο μπορεί, υποτίθεται, να θεραπεύσει τον δεύτερο παραλογισμό αλλά όχι τον πρώτο για τον οποίο δεν τολμά καν να ανοίξει συζήτηση· η εικόνα μιλά για τη θρησκεία ως αντίθετο τής επιστήμης, γεγονός που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο να είναι «βαθύτερη», και όχι για τις τερατολογίες τών θρησκευτικών δογμάτων γενικώς. Η στάση τούτη, που βολεύει τούς θεολόγους, είναι ασφαλώς αφ´ εαυτής προσχώρηση στον ανορθολογισμό. Η επίκληση θρησκευτικών λόγων για κάθε έκνομη πράξη κερδίζει πολλά ελαφρυντικά, κατανόηση και συμπάθεια. Η θεολογική, δογματική αντιμετώπιση άλλων πλευρών τής ζωής γενικεύεται μάλιστα επικίνδυνα στις μέρες μας- δικαιώνοντας τη ρήση τού νομπελίστα Χαλντόρ Λάξνες που διάλεξα για μότο.
Δε νομίζω ότι μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το ρίζωμα τού ανορθολογισμού στον άνθρωπο· η αστρολογία ας πούμε είναι ένα από τα προφανή παραδείγματα αφού και η σοβαρότερη εφημερίδα έχει στήλη με ωροσκόπια. Όλοι όσοι πιστεύουν στα άστρα έκαναν φυσική και χημεία στο σχολείο και το καλύτερο είναι ότι, όπως προκύπτει από κάποια αμερικανική δημοσκόπηση, το ποσοστό τών πτυχιούχων θετικών σχολών που πιστεύει στην αστρολογία είναι το ίδιο με αυτό στον γενικό πληθυσμό. Περιττόν ασφαλώς ειπείν ότι εγώ, ως Ταύρος που είμαι, δεν πιστεύω στα ζώδια. Λέγεται πως όταν κάποιος φυσικός, συνάδελφος τού Μπορ τόν επισκέφτηκε στο σπίτι του εντυπωσιάστηκε από τα γούρια και τα περίαπτα (τα φυλαχτά) που είδε κρεμασμένα στους τοίχους και τόν ρώτησε: «Δεν πιστεύω Νιλς να θεωρείς πως όλα τούτα δουλεύουν πραγματικά;. Όχι, ασφαλώς όχι!», απάντησε αμέσως ο Μπορ, «αλλά πού ξέρεις; Μπορεί να δουλεύουν ανεξάρτητα από τό τι πιστεύω εγώ!». Αυτό είναι βέβαια ανέκδοτο, που ενδεχομένως δεν σχετίζεται με τόν Μπορ, όμως υπάρχουν πολλές αναφορές για πέταλα κρεμασμένα έξω από εργαστήρια φυσικής όπως υπάρχουν και εικονίσματα σε ιατρεία ή γραφεία πανεπιστημιακών από τους οποίους κάποιοι- επιδημιολόγοι- μίλησαν πρόσφατα για την ασπίδα τής θείας κοινωνίας· τί να πεις; Έτσι, η επιστήμη κάνει ό,τι μπορεί, η πραγματικότητα ό,τι θέλει αλλά, για τούς περισσότερους, τον τελευταίο λόγο τόν έχει πάντα ο λευκοντυμένος γέρων με την πολιά γενειάδα που εποπτεύει από ψηλά και εσχάτως βλέπει Νόβα.
Μπορεί να ξεριζωθεί ο ανορθολογισμός από το ανθρώπινο ον; Είναι η πίστη σε ανορθόλογα πράγματα ζήτημα εκπαίδευσης, κουλτούρας, ιδιοσυγκρασίας, βιολογικής δομής ή ό,τι άλλο; Οι εξελικτικοί ψυχολόγοι διαφωνούν στο αν το θρησκευτικό συναίσθημα, που είναι υπεριστορικό και διαπολιτισμικό, είναι εξελικτική προσαρμογή ή παραπροϊόν άλλων προσαρμογών (τής αίσθησης τής αιτιότητας- και τής ανάγκης να βρεθεί αιτία πίσω από περίπου οτιδήποτε- και τής εντόσθιας τάσης τού ανθρώπου να αποδίδει προθέσεις γενικώς, ακόμα και στα άψυχα). Εν πάση όμως περιπτώσει η εκπαίδευση, τουλάχιστον αυτή που υπάρχει, δε φαίνεται να βοηθάει πολύ στην υποστήριξη τού ορθολογισμού, αν βοηθάει καν. Γι αυτό που είμαι βέβαιος είναι πως αφελείς και στερεοτυπικές απόψεις όπως αυτές τής εικόνας συνιστούν ανορθολογισμό per se· οι συντάκτες απλώς απέφυγαν να ρίξουν μια ματιά γύρω τους ή, το πιθανότερο, ήθελαν να ασκήσουν, με εντελώς λάθος τρόπο, συνδικαλιστική δράση στηρίζοντας το επάγγελμα και τις θέσεις εργασίας τών αποφοίτων τών θετικών σχολών. Δεν είμαι βεβαίως αντίθετος με την διδασκαλία των θετικών επιστημών στο σχολείο (ο τρόπος και το περιεχόμενο είναι αντικείμενο μεγάλης συζήτησης που δε μπορεί προφανώς να αναληφθεί εδώ) αλλά και δε κουνάω την ουρά μου από αγαλλίαση όταν ακούω ότι η διδασκαλία τους θα θεραπεύσει τον ανορθολογισμό.
Ωστόσο η αγάπη προς τον άνθρωπο (γενικώς…) και η αγάπη προς την ελευθερία (πάλι γενικώς…) επιβάλλει την ανοχή σε όλους όσοι πιστεύουν στην καφεμαντεία, στα ταρό, στα ζώδια, στις ενέργειες, στους αγγέλους, στις ναυαγιαιρεσιακές δυνάμεις τού αγίου Νικολάου, στα συστήματα τής ρουλέτας, στη συνομωσιολογία, στον ψεκασμό, στην απόλυτη ερμηνευτική δύναμη τής επιστήμης και τόσα άλλα. Τήν επιβάλλει; Δεν ξέρω. Ο Πλάτων έλεγε πως κάθε μάθηση εμπεριέχει, ως αναγκαίο κακό, τη βία· ο Φουκό, που δεν είναι φιλόσοφος τής προτιμήσεώς μου, θα έλεγε ότι το παιδί πρέπει να ακούει τόσο τον φυσικό όσο και τον αστρολόγο διότι ο ορθός Λόγος (κάθε εποχής) είναι βία και περιστολή τής ελευθερίας. Πρέπει να διώκονται επί απάτη οι καφετζούδες, όπως συνέβαινε το 60 και όπως ήθελε ο επίσης απατεών Γιαβάσης ή Μπελίρης; Είναι ο ορθολογισμός, κατά το Σωκρατικό «οὐδεὶς ἐκὼν κακὸς», ζήτημα εκπαίδευσης οπότε το ζήτημα λύεται αφ´ εαυτού; Χλωμό. Πιθανώς τα πράγματα, ως προς τον περιορισμό τού ανορθολογισμού, θα ήταν καλύτερα με άλλο σχολικό πρόγραμμα, χωρίς θρησκευτικά ασφαλώς αλλά αυτό μόνο δεν αρκεί· ο ανορθολογισμός είναι παντού και, το χειρότερο, δεν ξέρουμε ακριβώς πού διότι κατοικεί εντός μας. Εκεί είναι σκοτεινά. Εν πάση περιπτώσει, και εφόσον οι μεταμοντέρνοι καιροί μας τό επιτρέψουν, είδος εμμενούς «ορθολογικής αγωγής», και όχι η φυσική ή η βιολογία, θα είχε ίσως κάποια, μικρά, αποτελέσματα στο εγγενώς ορθολογιστικό και μαζί ανορθολογικό είδος μας που όμως διατηρεί σημαντική ελασιμότητα. Οι δύο τάσεις, συμποσούμενες ως λογική και συναίσθημα, είναι πεπλεγμένες, ασαφείς και διάχυτες στον άνθρωπο όπως οι τρεις διπλοί δεσμοί στα έξι άτομα άνθρακα τού μεσομερούς βενζολίου κατά Κεκιλέ, ή τα τρία πρόσωπα τής Τριάδας που συνέχονται στο ένα τής μοναδικής θεότητας διατηρώντας την αυτονομία τους (ιδέα που, παρεμπιπτόντως, αποτέλεσε τεράστια καινοτομία· αν και διατυπώθηκε μέσω καθαρά θεολογικών αναζητήσεων πρόλαβε κατά 15 αιώνες τον Κεκιλέ και την μεταγενέστερη κβαντική υπέρθεση).
Δύσκολα πράγματα. Τούτων δοθέντων όμως υπάρχει η πρόκληση τής συνέπειας· αν δεχτούμε τον ανορθολογισμό- ελεύθεροι άνθρωποι είμαστε και ίσως υπάρχουν ψυχολογικά ή συναισθηματικά οφέλη- θα πρέπει να τόν δεχτούμε παντού. Δε μπορεί όσοι πιστεύουν στα θαύματα τής Παναγίας να είναι πιστοί και όσοι πιστεύουν ότι τα εμβόλια έχουν τσιπάκια να είναι βλαμμένοι. Αν θέλουμε να είμαστε λαρτζ πρέπει να είμαστε λαρτζ γενικώς. Στο κάτω κάτω τής γραφής και τα δύο προέρχονται από τη δύναμη, και την ενοφθαλμισμένη μέσα της αδυναμία, τού ανθρώπινου βιολογικού εξοπλισμού.
Εδώ νομίζω ότι χρειάζεται κάποια διευκρίνιση. Ο ιστορικός τής Οικονομίας Carlo M. Cipolla στο διάσημο βιβλίο του «The basic laws of human stupidity» (1976) ισχυρίζεται ότι το ποσοστό τών βλακών είναι το ίδιο σε κάθε ανθρώπινη ομάδα, ας πούμε στους μαθηματικούς και στους ψαράδες, στους κατόχους βραβείων Νόμπελ και στους ιθαγενείς τής Πολυνησίας. Αυτός είναι ο Δεύτερος Νόμος ο οποίος διατυπώνεται ακριβέστερα ως: «Η πιθανότητα ένα συγκεκριμένο άτομο να είναι βλάκας είναι ανεξάρτητη από τα άλλα χαρακτηριστικά τού ατόμου αυτού». Παρεμπιπτόντως, ο Πρώτος Νόμος μάς λέει ότι: «Πάντα και αναπόφευκτα κάθε άνθρωπος υποτιμά τον αριθμό τών βλακών γύρω του». Στο βιβλίο τού Cipolla ο απαξιωτικός χαρακτηρισμός stupid δεν πρέπει να συγχέεται με τον τυπικό ανορθολογιστή ο οποίος εν γένει συμπεριφέρεται ορθολογικά στην καθημερινότητα έστω κι αν πιστεύει σε ανορθόλογα πράγματα τα οποία συνήθως κρατά μακριά από τις καθημερινές αποφάσεις. Ο Τσιπόλιος βλάξ είναι ιδιαίτερο είδος ανθρώπου οι ενέργειες τού οποίου θα προκαλέσουν ζημιά στον εαυτό του και στους άλλους ταυτόχρονα· αν έτρεχε μόνος του θα ερχόταν δεύτερος γιατί απλώς είναι βλάκας. Είναι ακριβώς αυτός που αν συμβαίνει να είναι και εργατικός αποτελεί κατά τον Στρατηγό von Hammerstein- Equord δημόσιο κίνδυνο, απειλή πανωλεθρίας.
Παραδόξως οι δύο Νόμοι του ισχύουν απολύτως και για το ποσοστό των ανορθολογικών στον ανθρώπινο πληθυσμό. Πριν τον Cipolla, ο δικός μας Ευάγγελος Λεμπέσης στο βιβλίο του «Ἡ Τεραστία Κοινωνικὴ Σημασία τῶν Βλακῶν ἐν τῷ Συγχρόνῳ Βίῳ» (δημοσιεύτηκε στην «Ἐφημερίδα τῶν Ἑλλήνων Νομικῶν» το 1941) είχε επίσης ασχοληθεί με το θέμα. Ο όρος «βλάξ» στο κείμενό του μπορεί να εκφέρεται υποτιμητικά (αλλά ουδόλως ταξικά ή ρατσιστικά αφού προλαβαίνει τον Cipolla στην διατύπωση τού δεύτερου Νόμου) πρέπει όμως να ειδωθεί cum grano salis και επιείκεια ως προσηγορικό τών καθόλα σεβαστών συνανθρώπων που έχουν κάπως λιγότερο αναπτυγμένη την ικανότητα να κατανοούν ορθά και εξ´ ενστίκτου την δαιδαλώδη κοινωνική πραγματικότητα στην οποία πρέπει να ζήσουν. Ο Λεμπέσης διακρίνει σαφώς τούς βλάκες από τούς «μεταφυσικούς» (που δεν είναι οι ανορθολογιστές ακριβώς) για τούς οποίους εκφράζει απόλυτη απαξία αφού δεν έχουν καμμία κοινωνική χρησιμότητα· το αντίθετο μάλιστα. Ωστόσο αν κάποιος πιστεύει στην επίπεδη Γη αλλά ναυσιπλοεί άριστα στις φουρτούνες τής αγοράς βγάζοντάς τα πέρα με τούς hoi polloi, είναι ανορθολογικός, ψεκασμένος αν θέλετε, αλλά καθόλου βλάξ· αντίθετα κάποιος που βδελύσσεται τον ανορθολογισμό αλλά δε μπορεί να χωρίσει δυο γαϊδουριών άχυρα, ή φτιάχνει εικόνες όπως η παρακάτω αναμασώντας βλακώδη στερεότυπα, εμπίπτει ασφαλώς στην συναρμοδιότητα τών Cipolla και Λεμπέση. Ο ανορθολογιστής θέλει να ξέρει, και «ξέρει», τις αιτίες για όλα, είναι δύσπιστος και καχύποπτος διότι η «αιτία» που έχει ήδη κατασκευάσει στο μυαλό του, συνήθως συνομωσιολογική, προηγείται τής πραγματικότητας και τών δεδομένων· ωστόσο, και αυτό είναι περίεργο, οι απόψεις του συνήθως δεν μπλέκονται στα πόδια τών πράξεών του. Δε θα προχωρήσει σε ασύμφορη επένδυση επειδή τον συμβούλευσε ο Μωάμεθ, ο Βούδας, ο άγιος Γεράσιμος ή οι συναστρίες στον ύπνο του. Ο βλάξ θα τό κάνει. Ο ανορθολογιστής μπορεί επίσης να παραγάγει πολύ λογικούς συλλογισμούς στο πλαίσιο τών ανορθολογικών πρώτων παραδοχών του· ο ανορθολογισμός δεν είναι ζήτημα λογικής αλλά ζήτημα συνέπειας με τα γεγονότα, όπου μπορεί να γίνει αντιστοίχιση. Όλοι δικαιούνται να έχουν τις απόψεις τους ασφαλώς, αλλά όχι τα γεγονότα τους. Όσο κι αν πολλές φορές διεκδικούνται και αυτά, ή η τρέχουσα αντίληψη μας γι αυτά είναι εσφαλμένη, δεν έχουμε άλλο τρόπο να διευρύνουμε τον γνωστικό μας ορίζοντα από τό να τά σεβόμαστε πάντοτε. Δεν είμαστε εμείς και οι εν κενώ «απόψεις» μας το κέντρο τού κόσμου. Για αυτό ο μεγάλος Θερβάντες έβαλε τον Δον Κιχώτη να λέει: «καλέ μου Σάντσο, τα γεγονότα είναι οι μεγαλύτεροι εχθροί τής αλήθειας». Εννοούσε «τής Αλήθειας».
Στις κατηγορίες αυτές δεν υπονοούνται ασφαλώς όσοι χρειάζονται ιατρική βοήθεια, οι mentally challenged, ούτε οι παπαρολόγοι (bulshitters) περί τών οποίων μνεία έχει γίνει σε προηγούμενη ανάρτηση. Δεν περιλαμβάνονται επίσης οι μαλάκες (κάθε φύλου) οι οποίοι συνιστούν εντελώς διαφορετική κατηγορία· δεν είναι ούτε βλάκες ούτε ανορθολογιστές, συνιστούν ιδιαίτερο είδος η σημασιολογική λεπτότητα τού οποίου χάνεται στον πρόσφατο, πολιτικά ορθό, χαρακτηρισμό τους ως «τοξικών» ανθρώπων. Bulshit. Ο μαλάκας είναι μαλάκας. Ενώ οι υπόλοιποι έχουν έστω μικρή πιθανότητα να αλλάξουν κατηγορία, χαρακτηριστικό τού μαλάκα είναι το αναλλοίωτο όπως εκφράζεται στη λαϊκή ρήση: «Μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει, ο μαλάκας ίδιος μένει». Αλλά γι αυτά άλλη φορά.
Ας σοβαρευτώ- αν και δεν είναι εύκολο- και ας επιστρέψω στην εικόνα. Σιχαίνομαι τον διδακτισμό αλλά νομίζω ότι αν υπάρχει κάτι να μάθουμε από αυτήν είναι πως η καλύτερη υπηρεσία στον ορθολογισμό είναι η κατανόηση τών ορίων του, η οποία είναι άμεση συνέπεια τής κατανόησης τού ανθρώπινου είδους. Είναι ο σκεπτικισμός, η συνεχής αμφισβήτηση τών πάντων στα οποία όμως περιλαμβάνεται και ο μεταμοντέρνος αχαλίνωτος σχετικισμός. «Για στάσου ρε σύ, οι flat-Earthers δεν έκαναν φυσική στο σχολείο;» θα μπορούσε να είχε αναρωτηθεί ο κατασκευαστής της εικόνας. Η διαψευσιμότητα τού Πόπερ δεν ευτύχησε ως επιστημολογική αρχή (οι καθιερωμένες επιστημονικές θεωρίες ασφαλώς δεν καταρρίπτονται μόλις κάποιο πείραμα αντιταχθεί στις προβλέψεις τους καθώς έχουν πολλούς τρόπους άμυνας) μπορεί όμως να αποτελέσει κριτήριο πνευματικής εντιμότητας. Οι ανορθολογιστές δεν αμφιβάλλουν ποτέ. Ας μην ψάχνουμε μόνο αυτό που επιβεβαιώνει τις απόψεις μας αλλά και αυτό που τις διαψεύδει· κυρίως αυτό. Ας μη κρύβουμε τις βεβαιότητες μας στο κελάρι αλλά ας τις βγάζουμε βόλτα στην αγορά. Ας αγοράζουμε, μεταφορικά μιλώντας, και την εφημερίδα που υποστηρίζει τον αντίπαλο (αν και τα μεταφορικά έχουν δυστυχώς ακριβύνει). Αν πρέπει να έχουμε εδραίες πεποιθήσεις, και δε βλέπω πώς μπορεί να γίνει αλλιώς, ας προσπαθούμε τουλάχιστον να τις μπολιάσουμε με ανεξιδοξία, ας ξέρουμε ότι έχουν όρια, ας χαλαρώσουμε λίγο τις βίδες στην έδραση, ας τις βλέπουμε σαν πυξίδα και όχι σαν Ευαγγέλιο. Ποτέ δεν ήταν εύκολο αλλά στις μέρες μας η δυσανεξία στις απόψεις τών άλλων, τροφοδοτούμενη και από την πολιτική ορθότητα, έχει γιγαντωθεί.
Αν πάντως τά καταφέρουμε, ίσως, ο ανορθολογισμός περιοριστεί. Και ίσως ο ήλιος ανατείλει ανάποδα…
*Ο Μιχάλης Στεργίου είναι Χημικός Μηχανικός. Διαθέτει ευρύτατη Παιδεία, έχει τεράστια ικανότητα γραφής, υπήρξε συμμαθητής μου στην Ιωνίδειο και έχω την άδειά του να αναδημοσιεύω εδώ άρθρα του, που είδαν το φως της δημοσιότητας στον προσωπικό λογαριαμό του στο Facebook.
Είναι χαρά και τιμή μου!