Μετά την ανακοίνωση των βάσεων των Πανελλαδικών του 2018, αλλά και κάθε χρονιάς, και κοιτάζοντας τους «αριθμούς» στους ατελείωτους πίνακες, η ματιά μου καρφώθηκε σε μερικές ιδιαίτερες επιδόσεις. Αναφέρομαι στις βάσεις των αποφοίτων των Εσπερινών Λυκείων. Πρόκειται για εκείνα τα παιδιά που για διαφόρους λόγους δεν μπορούν να παρακολουθήσουν πρωινό σχολικό πρόγραμμα και πηγαίνουν στα εσπερινά λύκεια. Είναι κυρίως παιδιά που εργάζονται, σύμφωνα με μελέτη του συναδέλφου Παντελή Γαλίτη.
Η κατηγορία αυτή των μαθητών ομολογώ ότι με συγκινεί ιδιαίτερα. Ίσως επειδή αγαπημένοι μου συγγενείς αναγκάσθηκαν σε μεγάλη ηλικία να παρακολουθήσουν εσπερινό σχολείο, ίσως λόγω έμφυτης προσέγγισης αυτών των μαθητών με αυξημένη στοργή και ευαισθησία. Οι αιτίες δεν έχουν σημασία, σημασία έχει το «διά ταύτα»…
Έχουμε λοιπόν παιδιά που παρακολουθούν το 4ετές εσπερινό λύκειο και συμμετέχουν στις Πανελλαδικές διεκδικώντας μία θέση στο ηλιόλουστο περιβάλλον της πανεπιστημιακής μάθησης. Φιλοδοξία όχι μόνο θεμιτή αλλά και κάτι παραπάνω: τα παιδιά αυτά αξίζουν όλο τον σεβασμό μας και την θαλπωρή μας. Η Πολιτεία, ευτυχώς, καταρχήν δεν τα απογοητεύει! Τους δίνει την δυνατότητα να εισαχθούν στα ΑΕΙ και στα ΤΕΙ, σε κάποιο ποσοστό.
Εκείνο που είδα και ομολογουμένως με θορύβησε ήταν κάτι που δεν είχα προσέξει τα προηγούμενα χρόνια: Υπάρχουν επιτυχόντες των εσπερινών λυκείων με εξωφρενικά χαμηλή βαθμολογία. Για παράδειγμα υπάρχει επιτυχούσα ή επιτυχών σε τμήμα Φυσικής με 2.600 μόρια, σε τμήμα Οικονομικής Επιστήμης με 2.000 μόρια και σε Μαθηματικό τμήμα με 1.200 μόρια! Για να αντιληφθούμε τι ακριβώς σημαίνουν αυτές οι επιδόσεις πρέπει να έχουμε υπόψη ότι το «άριστα» είναι τα 20.000 μόρια. Δηλαδή χονδρικά μπορούμε να πούμε ότι οι προηγούμενες επιδόσεις αντιστοιχούν σε βαθμούς 2.6, 2 και 1.2 στην εικοσάβαθμη κλίμακα… Αντίστοιχες επιδόσεις εμφανίζονται σε διάφορα τμήματα όλα τα προηγούμενα χρόνια χωρίς καμία εξαίρεση.
Και το ερώτημα είναι: με ποιο υπόβαθρο τα παιδιά αυτά θα μπορέσουν να παρακολουθήσουν τα απαιτητικά προγράμματα σπουδών των πανεπιστημιακών τμημάτων; Άραγε η εισαγωγή τους είναι η αναγκαία και ικανή συνθήκη να καταφέρουν να ακολουθήσουν το όνειρό τους ή τους περιμένει μία άνευ προηγουμένου απογοήτευση που θα καταλήξει στην εγκατάλειψη της προσπάθειας τους;
Και τι πρέπει να κάνει η Πολιτεία προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό; Ένα πρόβλημα που αφορά ένα πολύ μικρό ποσοστό των επιτυχόντων, λιγότερο του 0,5%, πλην όμως είναι και αυτά δικά μας παιδιά, με τις φιλοδοξίες και τα όνειρά τους. Καθήκον μας είναι να μην επιτρέψουμε στην απογοήτευση να βρει πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί και να γιγαντωθεί. Οι επιτυχόντες αυτοί, όσο λίγοι και να είναι, και ένας ή μία μόνο, πρέπει να βοηθηθούν! Πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν να συνεχίσουν τον δρόμο τους με αποτέλεσμα και επιτυχία. Είναι πολύ άδικο την συγκινητική τους προσπάθεια και τον αγώνα τους να διαδέχεται η απογοήτευση και η «έξοδος».
Δεν έχω πρόταση ούτε και είναι εύκολη η εκπόνησή της. Όμως ο εντοπισμός του προβλήματος είναι η πρώτη «στάση» για την αντιμετώπισή του. Κανένα παιδί δεν πρέπει να απογοητεύεται, εμείς οι εμπλεκόμενοι με τα εκπαιδευτικά πράγματα δεν πρέπει να επιτρέψουμε κάτι τέτοιο.
Τα παιδιά αυτά δεν πρέπει να αισθάνονται ότι είναι τα «αποπαίδια» της Κοινωνίας και του Εκπαιδευτικού της συστήματος!