Το άρθρο που ακολουθεί γράφτηκε στις 30 Αυγούστου 2018. Σήμερα επανέρχεται δυναμικά το θέμα της βάσης «αποκλεισμού», ελαφρώς εξωραϊσμένο. Ωστόσο ο πυρήνας των σκέψεών μου παραμένει…
Με αφορμή την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση επανήλθαν στο προσκήνιο οι Σειρήνες του νεοφιλελευθερισμού. Μπορεί να ακούγεται ακραίο, αλλά είναι ακριβώς έτσι. Ας δούμε το θέμα πιο προσεκτικά.
Δεν συμβαίνει για πρώτη φορά ωστόσο είναι γεγονός. Καταγράφονται, δηλαδή, τμήματα στα οποία η εισαγωγή μπορεί να επιτευχθεί με βαθμό πολύ κάτω από το 10. Σε μερικές περιπτώσεις, μάλιστα, η βαθμολογία είναι και κάτω από το 5! Τέτοια αποτελέσματα παρατηρούνται και στα παιδιά που προέρχονται από τα Ημερήσια Γενικά Λύκεια (ΓΕΛ), απ’ όπου προέρχεται ο κύριος όγκος των υποψηφίων και των εισαγομένων (περίπου το 85% του συνόλου). Εκεί όμως που το φαινόμενο είναι ακόμα πιο οξύ είναι στους αποφοίτους των Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑΛ – το 8% του συνόλου), όπου υπήρξε επιτυχούσα ή επιτυχών με βαθμό κάτω από 1 (!), καθώς και στα παιδιά που αποφοίτησαν από τα Εσπερινά Γενικά Λύκεια (ΕΓΕΛ – το 0,8% του συνόλου), όπου κατεγράφησαν βαθμοί εισαγωγής επίσης κάτω από 1.
Ως προς το πλήθος των φοιτητών, που εισάγονται με βαθμό χαμηλότερο του 10, τα στοιχεία δείχνουν ότι αναφερόμαστε σε ένα σημαντικό ποσοστό της τάξης του 20% ίσως και λίγο περισσότερο. Το αποτέλεσμα αυτό απαιτεί προσέγγιση, αξιολόγηση και αν θεωρηθεί «μη αποδεκτό» οφείλουμε να εξετάσουμε μεθόδους διόρθωσης.
Να πούμε αρχικά ότι οι Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι στην ουσία ένας διαγωνισμός συμπλήρωσης δεδομένου αριθμού θέσεων. Αυτό σημαίνει ότι η «βάση» κάθε σχολής δεν είναι γνωστή εκ των προτέρων αλλά διαμορφώνεται με βάση κάποιες παραμέτρους. Σημαντικότερες από αυτές είναι η δυσκολία των θεμάτων και οι επιλογές των υποψηφίων στο μηχανογραφικό τους. Αυτό σημαίνει ότι το ποσοστό των «κάτω από το 10» δεν είναι σταθερό κάθε χρόνο. Σημαίνει επίσης ότι πρόκειται για ένα ποσοστό που τεχνητά μπορεί πολύ εύκολα να «διορθωθεί»! Πώς; Μα με επιλογή ευκολότερων θεμάτων. Άλλωστε κάτι τέτοιο το ζήσαμε στα πολύ εύκολα θέματα του 2000 αλλά και όταν η κ. Γιαννάκου, ως Υπουργός Παιδείας, νομοθέτησε το όριο του 10 (έτη 2006 και 2007, αν θυμάμαι καλά).
Μπορούμε να προσεγγίσουμε το θέμα από δύο διαφορετικούς δρόμους:
- Ο ένας είναι ο δρόμος του «άμεσου αποκλεισμού». Να θεσπιστεί δηλαδή, πάλι, η υποχρέωση της ελάχιστης επίδοσης, πχ του 10. Είναι ακριβώς αυτό που δήλωσε ότι θα επαναφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης (ΚΜ) αμέσως μόλις αναλάβει την Πρωθυπουργία της χώρας. Με την λύση αυτή όλοι οι εισαγόμενοι φοιτητές θα έχουν βαθμολογίες «προαγωγής», έτσι το πρόβλημα θα λυθεί με «μαγικό» τρόπο! Η πρόταση αυτή υποστηρίζεται από μερικούς γονείς και εκπαιδευτικούς, αλλά κυρίως υποστηρίζεται από ένα πολύ σκοτεινό και σκληρό μπλοκ εμπόρων της εκπαίδευσης. Αυτό είναι και το πολύ σοβαρό σημείο στο οποίο οφείλουμε να σταθούμε και να διερευνήσουμε. Δημιουργούνται, λοιπόν, τεχνητά «αποτυχόντες» υποψήφιοι. Λέω «τεχνητά» διότι ουσιαστικά απέτυχαν όχι επειδή οι θέσεις καλύφθηκαν από κάποιους συνυποψήφιους τους με καλύτερες επιδόσεις, αλλά επειδή δεν κατάφεραν να περάσουν το κατώφλι του 10. Πιθανόν ωστόσο με κάποια άλλα, ευκολότερα θέματα, οι ίδιοι να ήσαν στην απέναντι όχθη, των επιτυχόντων. Αυτοί οι «αποτυχόντες», που δεν είναι και λίγοι, αποτελούν μία εν δυνάμει πελατεία όλων εκείνων που μπορούν να πωλούν όνειρα σπουδών σε αμφίβολης αξίας ιδρύματα, πέρα και έξω από κάθε εκπαιδευτικό ή και φορολογικό έλεγχο. Ουσιαστικά για 15.000 αποφοίτους των Λυκείων η Δημόσια Εκπαίδευση ολοκλήρωσε την προσφορά της. Το μόνο που απομένει είναι να απευθυνθούν στην Ιδιωτική πρωτοβουλία. Φυσικά το νεοφιλελεύθερο μοντέλο δεν αρκείται σε αυτό. Στο βάθος του μυαλού του υπάρχει κάτι ακόμα πιο ζοφερό και αντικοινωνικό: υπάρχει, και έχει ήδη μπει στο τραπέζι, η χρηματοδότηση των ιδιωτικών αυτών δομών από το ίδιο το Δημόσιο, δηλαδή από τους φορολογούμενους πολίτες. Το σενάριο αυτό έχουμε δει να υλοποιείται σε μερικές χώρες του εξωτερικού κατ’ εφαρμογή των «αρχών» του Φρήντμαν και της Σχολής του Σικάγο.
- Ο άλλος δρόμος είναι ο δρόμος της εκπαιδευτικής διόρθωσης. Σεβόμαστε την διάθεση των μαθητών να σπουδάσουν, συγκινούμαστε από την προσπάθεια των παιδιών που για διαφόρους λόγους δεν μπορούν να ξεπεράσουν ένα όριο, αλλά δεν τα απορρίπτουμε και μάλιστα «τεχνητά»! Και πώς να απορρίψεις ένα παιδί που επέλεξε τα ΕΠΑΛ, ένα παιδί που φοίτησε σε ένα ΓΕΛ στην επαρχία αλλά παράλληλα με την μελέτη του είχε και την υποχρέωση να φροντίζει και το χωράφι, ένα παιδί που υποχρεώνεται να εργάζεται την ημέρα και να παρακολουθεί Εσπερινό Λύκειο; Ποιος είναι αυτός που θα αποφασίσει ότι τέτοια παιδιά δεν είναι για το Πανεπιστήμιο επειδή η βαθμολογία του σε τέσσερα τρίωρα διαγωνίσματα ήταν ας πούμε 8 ή 5 ή και λιγότερο; Και πού είναι η Κοινωνία που οφείλει να αγκαλιάσει αυτά τα παιδιά, γιατί είναι και αυτά παιδιά με όνειρα, με στόχους και φιλοδοξίες. Πού είναι η Κοινωνία, η μόνη υπεύθυνη για το ότι ΔΕΝ κατόρθωσε να προσφέρει σε όλα τα παιδιά ίσες ευκαιρίες; Αυτές τις ευθύνες της η Κοινωνία έχει καθήκον να αναλάβει και να φροντίσει για τις απαραίτητες διορθώσεις. Τα παιδιά που εισάγονται με χαμηλή βαθμολογία δεν είναι παρίες. Βέβαια ένα παιδί που πέρασε στο Μαθηματικό πχ με βαθμό 2 κινδυνεύει σοβαρά να μην καταφέρει να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Κινδυνεύει δηλαδή να εγκαταλείψει την προσπάθεια, εξαιτίας του ελλιπούς γνωστικού υπόβαθρου, βιώνοντας έτσι μία ακόμα μεγάλη απογοήτευση. Είναι ακριβώς αυτό που η Κοινωνία οφείλει να αποτρέψει. Λύσεις για το θέμα αυτό πρέπει να αναζητηθούν και μπορούν να βρεθούν. Θα μπορούσαμε να εξετάσουμε, για παράδειγμα, την υποχρέωση αυτών των παιδιών να παρακολουθήσουν έναν εισαγωγικό προ-πανεπιστημιακό κύκλο μαθημάτων υποβοήθησης ή και άλλα. Εκείνο που έχει σημασία είναι να κατανοήσουμε ότι αυτά τα παιδιά απαιτούν φροντίδα και όχι αποκλεισμό!
Οι δύο δρόμοι είναι σαφείς, είναι προσδιορισμένοι και είναι μεταξύ τους ασύμβατοι.
Πάνω από όλα ωστόσο πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η πρόταση του ΚΜ και άλλων είναι ένα ακόμα δείγμα νεοφιλελεύθερης επιλογής. Είναι βαθιά αντιδραστική με σαφές ταξικό πρόσημο. Είμαι σίγουρος ότι η Κοινωνία ολόκληρη διά του Υπουργείου Παιδείας θα την ακούσει, θα την αξιολογήσει και θα την απορρίψει με έναν μεγαλοπρεπέστατο κρότο.
Η εκπαίδευση με τεχνητούς ή άλλους αποκλεισμούς δεν είναι εκπαίδευση. Και προφανώς δεν έχει σχέση με καμία Αριστεία, όπως κάποιοι αγράμματοι «γαλαζοαίματοι», ανερμάτιστοι και κοινωνικά ανάλγητοι επικαλούνται…
……………
Στην ανάρτηση αυτή εμφανίστηκαν αρκετά ενδιαφέροντα σχόλια. Ένα από αυτά ήταν του Κου Α, που αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση όχι μόνο αποδοχής αλλά και αποθέωσης του ταξικού χαρακτήρα της Εκπαίδευσης. Ο κος Α ενώ ΔΕΝ είναι εκπαιδευτικός αλλά businessman καταγράφει την άποψή του με τόσο φανατισμό υπέρ του ταξικού διαχωρισμού που θεώρησα αναγκαίο να επισυνάψω τον μίνι διάλογο που ακολούθησε. Στα σχόλια που ακολουθούν ο ΓΧ είναι ο Γιώργος Χριστόπουλος, ΓΓ του ΔΣ της ΟΙΕΛΕ, και ΣΓ ο γράφων:
Κος Α
Θα μου επιτρέψετε να πω ότι διαφωνώ πλήρως με την όλη ανάλυση που κάνετε, δεδομένου ότι αυτή γίνεται μέσα σε ένα (αντι-)κομματικό – ιδεολογικό πλαίσιο. Η πραγματικότητα καλώς ή κακώς είναι ότι σε όλον τον κόσμο ισχύει ο εξής κανόνας: Όσο πιο καλό είναι ένα πανεπιστήμιο, τόσο πιο δύσκολα κάποιος μπορεί να μπει. Και αυτό, γιατί κανένα πανεπιστήμιο στον κόσμο (εξαιρουμένης της Ελλάδος φυσικά), που σέβεται τον εαυτό του και παρέχει υψηλού επιπέδου σπουδές ΔΕΝ ΘΑ ΔΕΧΟΤΑΝ ΤΟ ΙΔΙΟ να πάρει φοιτητές του 2,3 ή 5. Δυστυχώς στην Ελλάδα μας ενδιαφέρει να γεμίσουν και να ενοικιαστούν οι γκαρσονιέρες στην Άνω Πετρομαγούλα και δεν δίνουμε δεκάρα τσακιστή για το επίπεδο σπουδών που θα παρέχει ένα πανεπιστήμιο. Είμαστε μόνο για τη φωτογραφία και την επιφάνεια. Δεν μας ενδιαφέρει τι γίνεται στην πραγματικότητα. Με τον ίδιο τρόπο που δηλώνουμε ότι έχουμε ΔΩΡΕΑΝ εκπαίδευση (όσοι έχουν βιώσει Πανελλαδικές Εξετάσεις στην οικογένειά τους γελάνε με αυτό), με τον ίδιο τρόπο που δηλώνουμε ότι έχουμε δωρεάν Υγεία (όσοι έχουν πάει σε δημόσιο νοσοκομείο κλαίνε με αυτό) με τον ίδιο τρόπο δεχόμαστε να εισέρχονται στα πανεπιστήμια μαθητές του 2 ή του 3. Γεγονός είναι μόνο ότι η κάθε χώρα βάζει τον πήχη. Σε μας ο πήχης είναι στο 0. Έτσι μπορούμε να τον περάσουμε εύκολα. Αν κοιτάξουμε τα συστήματα εκπαίδευσης που υπάρχουν στο εξωτερικό και τα οποία κατά γενική ομολογία είναι πετυχημένα και ας αφήσουμε στην άκρη τα κόμματα, τους φιλελεύθερους, τους αριστερούς, τους δεξιούς…. Η Υγεία, η Ασφάλεια και η Εκπαίδευση πρέπει να είναι υπεράνω κομμάτων και ετικετών. Αυτό συμβαίνει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (η αλλαγή εκεί μιας κυβέρνησης δεν σημαίνει αυτόματα και αλλαγή των παραπάνω συστημάτων όπως γίνεται στην Ελλάδα) που βλέπουν μόνο το μέλλον των παιδιών τους και συνεπώς των ίδιων των χωρών. Εκεί, ο κάθε τυχάρπαστος υπουργός δεν αλλάζει το σύστημα μόνο και μόνο για να βάλει από κάτω την υπογραφή του. Στις προηγμένες χώρες βλέπουν το μέλλον. Εμείς βλέπουμε μέχρι τις επόμενες εκλογές. Και ως γνωστόν: “πας εκεί που κοιτάς!”
ΣΓ
Αγαπητέ, μιλάτε με πάρα πολλές βεβαιότητες και με την σιγουριά ότι με γνωρίζετε προσωπικά, κάτι που δεν συμβαίνει. Τα επιχειρήματά σας περί “Άνω Πετρομαγούλας” και περί “τυχάρπαστων υπουργών” δεν μπορούν να αποτελέσουν βάση για συζήτηση. Επομένως σταματώ εδώ, ευχαριστώντας σας ωστόσο για το σχόλιό σας.
Κος Α
Αγαπητέ, ως “Άνω Πετρομαγούλα” ορίζεται η κάθε περιοχή στην οποία αποφασίστηκε να φτιαχτεί μια σχολή μόνο και μόνο για να αναβαθμιστεί οικονομικά η περιοχή. Ως “τυχάρπαστος” ορίζεται ο Υπουργός που δεν έχει ιδέα για το αντικείμενο πριν αναλάβει τη θέση, που ενδεχομένως δεν έχει δουλέψει ποτέ στη ζωή του γιατί ήταν απασχολημένος με τους “Αγώνες του Κόμματος” καθώς και εκείνος που ως γραφικός έχει απασχολήσει την επικαιρότητα και τα τηλεοπτικά πάνελ. Η δε σιγουριά που διακρίνετε, δεν οφείλεται στο ότι σας γνωρίζω, αλλά στο ότι μετά από 27 χρόνια γνωρίζω απολύτως τα της Εκπαίδευσης, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Ωστόσο, σας ευχαριστώ θερμά και εγώ για την απάντησή σας
ΓΧ
Κε Α, πριν φτάσει κανείς στο πόσο αυστηρά είναι τα κριτήρια για την εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο (στην Ελλάδα νομίζω ότι ειδικά για τις “ευγενείς” σχολές η είσοδος είναι εξαιρετικά δύσκολη, αν και με λάθος σύστημα), θα πρέπει να θεραπεύσει συστηματικές αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος. Στην Ελλάδα μας αρέσει να κοιτάμε την επιφάνεια, ή το πολιτικά εύκολο, όπως η βάση του 10. Δεν αναγνωρίζουμε τις έντονες ανισότητες (αλήθεια, έχετε αναρωτηθεί αν ο μαθητής από το Κερατσίνι έχει ίδιες πιθανότητες εισαγωγής με το μαθητή του Κολλεγίου Αθηνών;) Δεν κοιτάμε, αν το σύστημα επιλογής είναι ορθολογικό. Αν η μετατροπή του Λυκείου από σχολική μονάδα σε μηχανισμό παραγωγής υποψηφίων στερεί από τα παιδιά τρία χρόνια ουσιαστικής εκπαίδευσης, εκμάθησης ερευνητικών δεξιοτήτων, ανάπτυξης αναλυτικής, συνθετικής και κριτικής ικανότητας. Ο πολιτικός που θέλει την εκπαίδευση υποχείριο της αγοράς θα επικεντρώσει στο επουσιώδες, όχι στο ουσιαστικό. Γιατί; μα διότι τον κ. Μητσοτάκη τον ενδιαφέρει αφενός μεν να διατηρηθούν οι υπάρχουσες ανισότητες και να μπαίνουν στις καλές σχολές οι έχοντες υλικό και πολιτισμικό κεφάλαιο, αφετέρου δε να μην υπάρχει καμία δίοδος στην εκπαίδευση για τους πληβείους και αυτοί να αναζητήσουν.διέξοδο, είτε ως ανειδίκευτοι και χαμηλόμισθοι στα κάτεργα των κολλητών του, είτε να δώσουν από το υστέρημά τους στους επιτήδειους αετονύχηδες ιδιοκτήτες μεταλυκειακων ιδιωτικών δομών άθλιας ποιότητας. Τέλος, όλες οι πολιτισμένες χώρες του κόσμου (αναφέρω το παράδειγμα της χώρας που έκανα μεταπτυχιακές σπουδές, της Αγγλίας) χρησιμοποιούν την ανώτατη εκπαίδευση ως μοχλό.αναζωογόνησης των τοπικών οικονομιών. Ακόμη και κουκίδες στο χάρτη όπως το Grantham, ή το Wakefield έχουν κολλέγια, παραρτήματα πανεπιστημίων κλπ. Αυτό που μας λείπει εδώ είναι ο ορθολογισμός στη χάραξη του πανεπιστημιακού χάρτη και η διασύνδεση της ανώτατης εκπαίδευσης με την ανάπτυξη και το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Κος Α
Δεν θα διαφωνήσω με τον πυρήνα της ανάλυσής σας, αλλά στον κόσμο υπάρχουν ανισότητες καλώς ή κακώς. Δεν είμαστε όλοι ίσοι ούτε έχουμε τις ίδιες ευκαιρίες όλοι σε αυτή τη ζωή. Υπάρχουν μαθητές από το Κερατσίνι όμως που αρίστευσαν όπως επίσης υπάρχουν και μαθητές ιδιωτικών σχολείων που “πάτωσαν”. Εγώ προσωπικά υποβάλλω τα σέβη μου στους μαθητές δημοσίων σχολείων που χωρίς βοήθεια αρίστευσαν. Αλλά δεν πρέπει να αριστεύουν όλοι. Ούτε πρέπει να μπαίνουν όλοι στο πανεπιστήμιο. Τα παιδιά μας ΠΡΕΠΕΙ να είναι ευτυχισμένα. Και η ευτυχία δεν ορίζεται από το πανεπιστήμιο που μπήκες. Το θέμα μας όμως δεν είναι τα παιδιά. Είναι το Ελληνικό Κράτος και η ταύτιση των συστημάτων με τα οποία λειτουργεί με την εκάστοτε κυβέρνηση.